- Γκασέντ, Πιερ
- (Pierre Gassend, Σαντερσιέ, Προβηγκία 1592 – Παρίσι 1655).Γάλλος μαθηματικός και φιλόσοφος. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως ιερέας στην Ντιν, ενώ αργότερα δίδαξε φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο του Εξ (1616-22). Κατά τη διάρκεια μιας μακρόχρονης παραμονής του στο Παρίσι, από τον Μάιο του 1628 έως το τέλος του 1632, που του επέτρεψε να γνωρίσει προσωπικά διανοητές όπως ο Χομπς και ο Μερσέν, ο Γ. συνδέθηκε με το περιβάλλον των φιλελεύθερωνλογίων και αποτέλεσε μαζί με τους Γκαμπριέλ Νοντέ, Φρανσουά Λα Μοτ Λε Βαγιέ και Ελί Ντιοντάτι, την περίφημη τετράδα. Πρωθιερέας της μητρόπολης της Ντιν, όπου είχε επιστρέψει το 1633, συνέχισε μαζί με τις επιστημονικές μελέτες του τις έρευνες που είχε αρχίσει στο Παρίσι γύρω από τη φιλοσοφία του Επίκουρου. Καρπός αυτών των ερευνών ήταν το De vita moribus et placitis Epicuri (1649) και το Syntagma philosophiae Epicuri (1649). Με την πολύπλευρη δραστηριότητά του ως ιστορικού, μαχητή, ερευνητή και φιλοσόφου, ο Γ. αντιπροσωπεύει στην ιστορία της ευρωπαϊκής σκέψης την περίοδο που ο πνευματικός πολιτισμός της Ευρώπης –έχοντας ξεπεράσει την κρίση της Αναγέννησης– αναζητούσε έναν καινούργιο σύνδεσμο με τον κόσμο της φύσης. Από την πολυμέρεια του έργου του προβάλλει η πολεμική εναντίον της σχολαστικής μεταφυσικής, καθώς και της νέας καρτεσιανής φιλοσοφίας (στο 1642 ανάγονται οι Αντιρρήσεις τουστους Στοχασμούς του Καρτέσιου). Ο Γ. σκιαγράφησε μία θεωρία της εμπειρικής λογικής, προσδιόρισε τα καθήκοντα της scientia experimentalis και οικοδόμησε μία φυσική του ατόμου, που βασίζεται στους νόμους της εσωτερικής κίνησης. Στα πλαίσια του έργου του εντάσσεται επίσης η προβολή μιας ηθικής που θεμελιώνεται στη φυσική ροπή του ανθρώπου προς την υλική και πνευματική απόλαυση. Στο πρώτο του έργο, Εxercitationes paradoxicae adversus Aristoteleos (1624), στο οποίο επανέρχονται όλα τα θέματα της πολεμικής του ουμανισμού εναντίον του σχολαστικού αριστοτελισμού, ο Γ. είχε θέσει στο στόχαστρό του τις δογματικές θέσεις της αριστοτελικής σχολαστικής παιδείας. Στο έργο αυτό εμφανίζεται ήδη το νόημα εκείνου του σκεπτικισμού ή πυρρωνισμού, το οποίο ο Γ. προέβαλε πάντα ως ιδεώδες, ακολουθώντας το παράδειγμα των συγγραφέων που θαύμαζε: του Μοντέν και του Σαρόν. Η επισήμανση της «ματαιότητας και της αβεβαιότητας της ανθρώπινης γνώσης» και η επιμονή στην αντίληψη για την αδυναμία του ανθρώπου να γνωρίσει τη διάταξη των αιώνιων ουσιών της πραγματικότητας, να οικοδομήσει δηλαδή τη μεταφυσική ως οριστική επιστήμη του πραγματικού, αποτελούν την προϋπόθεση για να υιοθετηθεί μία εμπειρική αντίληψη. Η αντίληψη αυτή αναγνωρίζει την ανθρώπινη εμπειρία ως το μόνο επαρκές μέσο γνώσης, συνειδητής δηλαδή μέθεξης στον κόσμο, ο οποίος βρίσκεται σε ουσιαστική άμεση σχέση με τον άνθρωπο. Η πολεμική εναντίον της μεταφυσικής θα αποτελέσει ένα θέμα που επανέρχεται συχνά στην πνευματική δραστηριότητα του Γ. Στην Epistolica exercitatio (1630) εναντίον του Ρομπέρ Φλαντ, ο Γ. ανατρέπει όλες τις μαζικού χαρακτήρα πλατωνικές θεωρίες της Αναγέννησης με τις αναζητήσεις τους για ψυχές, κρυμμένες ιδιότητες και θαύματα, αντιπαραθέτοντας σε αυτές την άμεση έρευνα των φυσικών φαινομένων. Στο μεταξύ, ο Γ. συγκέντρωνε παραστάσεις για αστρονομικά θέματα, οι οποίες αργότερα θα συμπεριλαμβάνονταν στα Commentaria de rebus coelestibus και ασχολήθηκε με διάφορες έρευνες που αφορούσαν τα φαινόμενα των παρηλίων, την πτώση των σωμάτων εξαιτίας της βαρύτητας και τη διατύπωση της αρχής της αδράνειας. Στο φιλοσοφικό πεδίο ο Γ. είχε βρει στη θεωρία του Επίκουρου ένα σύστημα λογικής και μία θεωρία της γνώσης ικανά να αντικαταστήσουν την αριστοτελική ψυχολογία και λογική και να προσδιορίσουν μία θετική σχέση ανάμεσα στη νόηση και στα πράγματα. Από την επαφή του με την επικούρεια φιλοσοφία, διαμορφώθηκε σιγά-σιγά ο εμπειρισμός του. Η επιστήμη θα έπρεπε να πάψει να θεωρείται αναγκαία για την ανεύρεση του αληθοφανούς, του πιθανού. Θα έπρεπε να παραιτηθεί από την έρευνα των αιώνιων ουσιών και να στραφεί προς τον κόσμο των φαινομένων. Τέλος, με κίνητρο τις απαιτήσεις της επιστημονικής έρευνας, ο αρχικός σκεπτικισμός του Γ. μετασχηματίστηκε σε έναν θετικό εμπειρισμό, στον οποίο η σκεπτικιστική επιφυλακτικότητα παρέμεινε ως μόνιμη προειδοποίηση για τον πρόσκαιρο χαρακτήρα κάθε επιστημονικής συστηματοποίησης. Αυθεντικά φιλοσοφική ήταν πλέον για τον Γ. η εμπειρική γνώση που στηρίζεται στην υπόθεση και στο πείραμα, για τη σχετική, ιστορική και πάντως προοδευτική φύση της. Οι αρχές της μεταφυσικής δεν διέθεταν πια μεγάλη σπουδαιότητα για την επιστήμη της φυσικής, που αποκτούσε την αυτονομία της. Η πρώτη παρέμενε σε δεύτερο πλάνο, παρότι ο Γ. θεωρούσε ότι είναι ακόμα δυνατή μία μεταφυσική γνώση που στηρίζεται σε πιθανοφανή επιχειρήματα. Η πολυσύνθετη αυτή αντίληψη του Γ. δεν ήταν ίσως απαλλαγμένη από συμβιβασμούς. Αποτελούσε τη θέση ενός πνεύματος ανοιχτού στις πολύπλευρες εμπειρίες μιας εποχής, στην οποία είχε ήδη ωριμάσει η κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης.
Dictionary of Greek. 2013.